Κυριακή 28 Απριλίου 2013

ΠΗΛΙΟ, ΤΟ ΒΟΥΝΟ ΤΩΝ ΚΕΝΤΑΥΡΩΝ



 
Πήλιο, το βουνό των κενταύρων. Το βουνό των αντιθέσεων, των νερών και των χειμάρρων, των όμορφων λιθόχτιστων γεφυριών και των φυλλοβόλων δέντρων. Και αλήθεια, μόνο αν περπατήσεις τα μονοπάτια του, μόνο αν χαθείς στις πλαγιές του, θα μπορέσεις να καταλάβεις γιατί αποτέλεσε άνδρο μυθοπλασίας, και τόπο όπου οι κένταυροι διάλεξαν για να ανδρώσουν ήρωες όπως ο Αχιλλέας μέσα από φιλοσοφία, γυμνάσια και απόλυτη εναρμόνιση με την φύση.


 

Όλοι λίγο πολύ έχουν βρεθεί σε κάποιο από τα χωριά του Πηλίου. Τσαγκαράδα, Μηλιές, Βυζίτσα, Ζαγορά, Πορταριά, Μακρυνίτσα και τόσα άλλα που σίγουρα όσα και να πούμε κάποιο θα ξεχάσουμε. Αντίστοιχα θα έχουν κολυμπήσει στις υπέροχες παραλίες που το περιτριγυρίζουν όπως ο Μυλοπόταμος, η Φακίστρα, ο Αι Γιάννης, η Πλάκα.  Πόσοι όμως έχουν χαθεί μέσα στα μονοπάτια του;


Το προηγούμενο σαββατοκύριακο είχα την ευκαιρία με τους συνοδοιπόρους Μιχάλη και Γιώργο να κάνουμε μια υπέροχη διαδρομή έχοντας σαν αφετηρία το χωριό Βένετο και τελικό προορισμό την Μακρυνίτσα, έχοντας σαν ενδιάμεσο σταθμό το Πουρί.


Το ταξίδι μας ξεκίνησε από την Αθήνα όπου φτάνοντας στον κόμβο για Βελεστίνο αφήσαμε την εθνική και ακολουθήσαμε ταμπέλες για Κανάλια, Κεραμίδι, με τελικό προορισμό το χωριό Βένετο ύστερα από 60κμ. Η πεζοπορία μας άρχισε στις 10 το πρωί όπου αφού φορτωθήκαμε τον απαραίτητο εξοπλισμό με σκηνές, υπνόσακούς, νερό και φαγητό ξεκινήσαμε για το πρώτο μισό της διαδρομής με στόχο το Πουρί.


Το μονοπάτι, ξεκίναγε με δασικό για να χαθεί μετά από κάποια ώρα στο πυκνό δάσος. Κάθε τόσο κατέβαινε σε μια ρεματιά για να ξανακερδίσουμε μετά πάλι ύψος έχοντας πάντα όμως στα αυτιά μας τον ίδιο ήχο. Τα κύματα της θάλασσας και το απέραντο γαλάζιο που κάθε τόσο ξεπρόβαλε σε κάθε ευκαιρία που σχηματίζονταν  ένα παράθυρο στα πυκνά κλαδιά. Ομολογώ πως δεν πιστεύω να υπάρχει άλλο βουνό που να μπορεί να συνδυάσει αυτά τα δυο. Να είσαι μέσα σε πυκνό δάσος, να περπατάς μέσα στις μηλιές και στις καστανιές και να ακούς το κύμα να σκάει στα βράχια.


Συνολικά χρειαστήκαμε 7.30 ώρες μέχρι το χωριό έχοντας πραγματοποιήσει τρεις δεκαπεντάλεπτες στάσεις, μια ανά 2 ώρες και έχοντας καλύψει κάτι περισσότερο από 21κμ. Οι εναλλαγές συνεχόμενες, καθώς τη μια στιγμή το μονοπάτι σε οδηγούσε σε μια ερημική παραλία και την άλλη περνούσες πάνω από λιθόχτιστο τοξωτό γεφύρι περιτριγυρισμένο από πλατάνια. 



Φτάνοντας στο χωριό και αφού βρήκαμε μια πηγή να γεμίσουμε με νερό, ξαποστάσαμε σε ένα ταβερνάκι για να γευτούμε το τοπικό τσίπουρο με τον κλασικό μεζέ. Στο Βόλο – Πήλιο, με κάθε τσίπουρο που παίρνεις σου φέρνουν και τον απαραίτητο μεζέ, μην πάει ξεροσφύρι το ποτό, ενώ όσες φορές και αν πάρεις πάντα ο μεζές θα είναι και κάτι διαφορετικό. Αφού φάγαμε τα τοπικά τσιτσίραβλα, είδος χόρτου, με γαύρο τηγανιτό και σαλάτα τουρσί  φορτωθήκαμε πάλι τον εξοπλισμό και τραβήξαμε στο μονοπάτι για Μακρυνίτσα. Καθώς είχαμε άλλα 20κμ πεζοπορία και προκειμένου να εκμεταλλευτούμε το φως της ημέρας, προτιμήσαμε να κερδίσουμε 500μ υψόμετρο και να κοιμηθούμε μέσα στο δάσος στο όμορφο ξωκκλήσι της Αγ. Μαρίνας. Έτσι καλύψαμε άλλα 3κμ διαδρομής και ύστερα από 1 ½ ώρα βρεθήκαμε  να στήνουμε την σκηνή μας ενώ είχε αρχίσει να σουρουπώνει. Η πιο ωραία ώρα της ημέρας είχε φτάσει. Το τσουκάλι πήρε φωτιά και η παραδοσιακή μακαρονάδα αραμπιάτα με τα βραστά λουκάνικα αγνώστου προελεύσεως του Γιώργου εξαφανίστηκαν στο λεπτό. Εκεί η συντροφιά είχε την ατυχία να έχει προμηθευτεί τσίπουρο με γλυκάνισο, καθώς ο τόπος φημίζεται, με αποτέλεσμα να ξεμείνει από το βραδινό ρόφημα μιας και αποδείχτηκε πως δεν ήταν του γούστου της. Ο μορφέας μας πήρε με χαρακτηριστική ευκολία καθώς 9 ώρες πεζοπορίας ήταν αρκετές για να βυθιστούμε σε ένα βαθύ λήθαργο παρόλο το ροχαλητό που γέμιζε την σκηνή (ονόματα δεν λέμε, καταστάσεις δεν θίγουμε).


Το επόμενο πρωί μας βρήκε με δυσκολία να αποχωριζόμαστε την σκηνή και αφού φάγαμε ένα γρήγορο πρωινό τραβήξαμε πάλι τον δρόμο προς την κορυφή πριν πιάσουμε την ισοϋψή και αρχίσει ο κατήφορος για την Μακρινίτσα. Η εικόνα είχε αλλάξει και από τις μηλιές και καστανιές της προηγούμενης μέρας περπατούσαμε μέσα σε καταπράσινες ανθισμένες λεύκες οι οποίες με τους ψηλούς κορμούς και την αραιά διάταξη σου δημιουργούσαν ένα υπέροχο συναίσθημα αγαλλίασης. Αλλού το δάσος πύκνωνε, οδηγώντας μέσα από θάμνους, πυκνά κλαδιά και μυστήριο για το τι ακολουθεί στην επόμενη στροφή και αλλού άπλωνε, πρασίνιζε και σε άφηνε να χαθείς από το τιτίβισμα των πουλιών και των νερών που τρέχανε παντού τριγύρω.


Σύντομα, και μετά τα 1.200μ υψόμετρο συναντήσαμε χιόνι που καθώς προχωρούσαμε όλο και πύκνωνε. Σύντομα οι πρώτες χιονούρες γίνανε κομμάτια στο μονοπάτι μέχρι που όλη η πλαγιά καλύφθηκε δυσχεραίνοντας την πορεία μας. Από το ανοιξιάτικο τοπίο της προηγούμενης ώρας ήμασταν σε ένα φθινοπωρινό πεδίο με άλλα χρώματα γεννώντας άλλα συναισθήματα. Και μόνο σκεπτόμενοι πως την μια στιγμή περπατούσαμε δίπλα στην θάλασσα και την άλλη μέσα στα χιόνια αρκούσε για να χαμογελάμε συνέχεια και να αδημονούμε για την συνέχεια και τι ακόμα μαγικό μας επιφύλασσε το βουνό.


Συνολικά πρέπει να χρειαστήκαμε μια ώρα μέχρι να βγούμε στα 1.440μ όπου ήταν και το ψηλότερο σημείο που φτάσαμε και επιτέλους είδαμε ορίζοντα και τον Παγασητικό κόλπο. Παίρνοντας τις απαραίτητες ανάσες αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προσδοκώντας να δούμε από ψηλά την Μακρυνίτσα. Η διαδρομή συνεχίστηκε από εναλλαγές δασικού και μονοπάτια, πάντα μέσα σε δάσος και με την συνοδεία ήχων νερού ενώ διασχίσαμε άλλα δυο γεφύρια, ένα πέτρινο και ένα πανέμορφο ξύλινο. Το τελευταίο μισάωρο έγινε σε λιθόχτιστο μονοπάτι το οποίο κατέληγε φυσικά στα καλντερίμια της Μακρυνίτσας. Μετά από συνολικά 6 ώρες πεζοπορίας φτάσαμε στον προορισμό μας και προσγειωθήκαμε απότομα στον πολιτισμό από την πολυκοσμία και τα αυτοκίνητα.


Όλη η διαδρομή βγήκε κάτι παραπάνω από 41κμ καλύπτοντας ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του Πηλίου και σίγουρα από τα πιο όμορφα. Προκειμένου κάποιος να κουβαλάει λιγότερα πράγματα με αποτέλεσμα να μπορεί να κινηθεί πιο γρήγορα και να απολαύσει την διαδρομή περισσότερο θα μπορούσε να το σπάσει σε 2 μονοήμερες εκδρομές ενώ σαν εποχή συνιστάται ανεπιφύλακτα η άνοιξη καθώς ούτε πολύ ζέστη είχε αλλά ούτε και πολύ χιόνι που να χρειάζεσαι ειδικό εξοπλισμό.


Κλείνοντας αυτό το οδοιπορικό η ομάδα έδωσε μια υπόσχεση, κάθε 2 μήνες να πραγματοποιεί και από μια νέα ανακάλυψη. Ανυπομονούμε για την επόμενη…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου